Ποια στατιστικά μας νοιάζουν πραγματικά;

Από την αρχή της πανδημίας, όταν αναφέρθηκε το πρώτο κρούσμα, όλοι οι φορείς ενημέρωσης έχουν μπει σε έναν αγώνα δρόμου. Κάθε μέρα περιμένουμε να ακούσουμε πόσα νέα κρούσματα υπήρχαν στον κόσμο και στην χώρα μας, καθώς και το πόσοι ασθενείς είναι διασωληνωμένοι και πόσοι δυστυχώς απεβίωσαν. Φυσικά και είναι σημαντικό να παρακολουθούμε αυτά τα νούμερα. Θα θέλαμε όμως να τονίσουμε ότι ίσως δίνεται από όλους μας ιδιαίτερη έμφαση σε μια αναξιόπιστη μέτρηση: αυτή των κρουσμάτων.

Στην ουσία, ο αριθμός των κρουσμάτων δεν αντιπροσωπεύει πλήρως την έκταση της νόσου. Αυτό οφείλεται στην επιλογή όλων των κρατών στον κόσμο να εξετάζουν μόνο συγκεκριμένους ασθενείς για την νόσο, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο. Αυτή η επιλογή είναι αποτέλεσμα των οικονομικών και πρακτικών περιορισμών που αναδύονται. Στην τελική, δεν είναι δυνατό να εξεταστούν όλοι. Κάθε επιμέρους χώρα έχει επιλέξει συγκεκριμένα κριτήρια για τα τεστ που θα κάνει, και ακολουθεί μια συγκεκριμένη στρατηγική. Το πόσο σωστή ήταν η στρατηγική κάθε επιμέρους χώρας δεν είμαστε σε θέση να το κρίνουμε. Παραταύτα, μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι τα κρούσματα που καταγράφονται δεν είναι όλα όσα υπάρχουν. Πολλοί ασθενείς με την νόσο COVID-19 δεν θα οδηγηθούν ποτέ στο νοσοκομείο για να εξεταστούν και να γίνουν καταγεγραμμένα κρούσματα, πολύ απλά επειδή δεν πληρούν τα κριτήρια ή επειδή περνάνε την ίωση με πιο ελαφριά συμπτώματα. Επίσης, υπάρχει μια μερίδα του πληθυσμού που έχει εκτεθεί στον ιο αλλά δεν εμφάνισε συμπτώματα. Όλο αυτό οδηγεί σε μια λανθασμένη εικόνα για την κατάσταση του πληθυσμου.

Συγκριτικά πιο αξιόπιστη είναι η παρακολούθηση των διασωληνωμένων και των θανάτων ανα ημέρα. Αυτές οι σταθερές είναι πιο δύσκολο να αλλάξουν, αν και πρέπει να τονίσουμε ότι και εδώ υπάρχουν διαφορές ανα τα κράτη για το ποιός θεωρείται ότι απεβίωσε από τη νόσο. Επίσης, εδώ πρέπει να θυμίσουμε ότι συνήθως από την στιγμή της λοίμωξης μέχρι και τον θάνατο παρεμβάλλονται μερικές εβδομάδες, άρα οι θάνατοι αντικατοπτρίζουν την κατάσταση πριν από λίγο καιρό και όχι την σημερινή. Επίσης χρήσιμη είναι η μέτρηση των κρουσμάτων ανά τον πληθυσμό ή ανα 100.000 πληθυσμού, που βοηθά στην σύγκριση των χωρών μεταξύ τους δικαια και χωρίς σφάλματα λογικής. (Αναρωτηθείτε αν είναι το ίδιο να υπάρχουν 1000 κρούσματα σε μια χώρα με 10 εκατομμύρια πληθυσμό σαν την Ελλάδα, με το να υπάρχουν 1000 κρούσματα σε μια χώρα με 300 εκατομμύρια όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής).

Η προσεγγιση της αληθινής εικόνας της έκτασης θα γίνει από τώρα, με την πραγματοποίηση των μαζικών τεστ σε τυχαίους πληθυσμούς για αντισώματα. Ήδη έχουν αρχίσει να γίνονται μεγάλες μελέτες σε πολλές χώρες στον κόσμο που αναζητούν το πραγματικό ποσοστό του πληθυσμού που έχει εκτεθεί στην νόσο. Όσες περισσότερες γίνονται τόσο καλύτερα θα κατανοούμε τι πραγματικά έγινε.

Στην τελική, όλα τα νούμερα είναι σημαντικά στοιχεία για την μελέτη της επιδημιολογίας της νόσου και την κατανόηση της σημερινής κατάστασης. Σε μια εποχή όπου καταιγιζόμαστε με πληροφορίες, ίσως αποδειχθεί χρήσιμο να επιλέγουμε ποια στοιχεία εμπιστευόμαστε και τι αφήνουμε να μας επηρεάσει.

Τι σημαίνει θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα σε ένα τεστ;

Όσο η κοινωνία προχωράει από την καραντίνα προς την προσπάθεια για επαναφορά της κανονικότητας, τα τεστ θα είναι ένα σημαντικό εργαλείο. Ακούγεται παντού ότι όσοι έχουν θετικά τεστ θα μπορούν να επανενταχθούν στην κοινωνία και στην εργασιακή καθημερινότητα. Δεν γίνεται λόγος όμως για αυτούς που έχουν αρνητικά αποτελέσματα στο τεστ.

Πρώτα απ’ όλα, υπάρχουν δύο διαφορετικά τεστ, η RT-PCR και η ανίχνευση αντισωμάτων. Το πρώτο ανιχνεύει την ενεργό λοίμωξη, δηλαδη την ταχεία αναπαραγωγή του ιου μέσα στα κύτταρα του αναπνευστικού συστήματος. Το δεύτερο ανιχνεύει τα αντισώματα που παράγει ο οργανισμός ως απάντηση στην λοίμωξη. Συνεπώς, σε γενικές γραμμές, η RT-PCR είναι χρήσιμη για την ανίχνευση της νόσου όσο ακόμα ο ασθενής είναι άρρωστος, ενώ τα αντισώματα ανιχνεύονται μερικές μέρες αφού αρχίσει η λοίμωξη και παραμένουν για αρκετό καιρό στο αίμα μετά την πάροδο της.

Όταν γίνεται λόγος για μαζικά τεστ, κυρίως μιλάμε για τα τεστ αντισωμάτων, επειδή αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν πολύ πιο εύκολα. Τα περισσότερα θυμίζουν τα τεστ για την μέτρηση του σακχάρου στο αίμα, όπου μια σταγόνα αίματος από το δάχτυλο του ασθενή αρκεί για να πραγματοποιηθεί η μέτρηση. Σε αντίθεση με αυτά, κλασσικά η RT-PCR γίνεται με δείγμα που λαμβάνεται από τον φάρυγγα και αναλύεται σε κάποιο εργαστήριο. Πρόσφατα έχουν αναπτυχθεί μηχανήματα που καθιστούν την PCR πολύ πιο εύκολη, αλλά ακόμα δεν είναι γνωστή η ακρίβειά τους, συνεπώς δεν μπορούμε να βασιστούμε σε αυτά.

Τι σημαίνει λοιπόν ένα θετικό ή αρνητικο τεστ, και γιατί πρέπει να προσέχουμε? Είναι επιτακτική ανάγκη να θυμίσουμε εδώ πως κανένα τεστ, οσο καλό και να είναι, δεν είναι πάντα αλάνθαστο. Συνεπώς μπορεί να δώσει ένα αρνητικό αποτέλεσμα ενώ υπάρχει μόλυνση από την ιο -το λεγόμενο “ψευδώς αρνητικό αποτέλεσμα”-, ή ένα “ψευδώς θετικό”, όπου υπάρχει θετικό αποτέλεσμα χωρίς να υπάρχει λοίμωξη. Αν μιλάμε για την RT-PCR, ένα αρνητικό αποτέλεσμα σημαίνει ότι την στιγμή της λήψης του δείγματος δεν υπήρχε ενεργός λοίμωξη. Συνεπώς ένα ψευδώς αρνητικό θα σήμαινε πως ο ασθενής θα νομίζει ότι δε πάσχει, ενώ στην πραγματικότητα και έχει τον ιό και τον μεταδίδει στους γύρω του. Όσον αφορά την μέθοδο ανίχνευσης αντισωμάτων, ένα αρνητικό αποτέλεσμα σημαίνει ότι το άτομο δεν έχει αναπτύξει ακόμα αντισώματα για τον ιο. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι δεν έχει εκτεθεί καθόλου στον ιο, ή ότι έτυχε να εξεταστεί ακριβώς στην χρονική περίοδο μεταξύ της μόλυνσης και της παραγωγής αντισωμάτων. Φυσικά, και σε αυτή την περίπτωση μπορεί να προκύψει ένα ψευδώς αρνητικό αποτέλεσμα. Στο τεστ αντισωμάτων όμως είναι πιο επικίνδυνο το ψευδώς θετικό αποτέλεσμα. Με την ψευδή αυτή βεβαίωση, ένα άτομο θα επιστρέψει στην “κανονικότητα” και πιθανόν να προσέχει λιγότερο τον εαυτό του και τους γύρω του, με αποτέλεσμα να αυξάνει τις πιθανότητες του να κολλήσει τελικά. 

Όπως γίνεται κατανοητό λοιπόν, ένα θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα δεν σημαίνει μόνο ένα πράγμα, αλλά μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες. Συνεπώς, ένας καλός τρόπος να αντιμετωπίζεται το αποτέλεσμα ενός τεστ είναι με πολύ προσοχή στην μετέπειτα καθημερινότητα. Ένα άτομο πρέπει να προφυλάσσεται για να μην μολυνθεί, αλλά και να προφυλάσσει τους συνανθρώπους του, αφού όπως αναφέραμε μπορεί να νοσεί ή να φέρει τον ιό αλλά να μην το γνωρίζει. Δεν πρέπει να επαναπαύεται στην ιδέα πως είναι αρνητικός (στην PCR) ή θετικός (στα αντισώματα). Ούτως ή άλλως, μπορεί να κολλήσει οποτεδήποτε μετά από το τεστ. 

Η λογική πίσω από τα τεστ αντισωμάτων.

Ελπίδα δίνουν συχνά οι αναφορές στα τεστ αντισωμάτων, τα οποία θα μπορούν να εξακριβώσουν αν κάποιος νοσεί ή έχει περάσει την covid-19. Όλες αυτές οι συζητήσεις είναι όντως καλές να γίνονται, παρόλο που, όπως όλα τα πράγματα, δεν είναι όσο απλό όσο ακούγεται, ούτε είναι η απόλυτη λύση που θα μας επιτρέψει μονομιάς να επιστρέψουμε στην καθημερινότητα. Σε μια σειρά από άρθρα που θα ανέβουν σύντομα, θα αναλύσουμε πολλές πτυχές των τεστ αντισωμάτων. Για αρχή όμως, ας θέσουμε τις βάσεις.

Τι είναι τα αντισώματα; Ουσιαστικά είναι ειδικά εργαλεία που χρησιμοποιεί ο οργανισμός για να αντιμετωπίσει ένα παθογόνο μικροοργανισμό, όπως έναν ιό ή ένα βακτήριο. Για την αντιμετώπιση των λοιμώξεων όπως αυτή από τον SARS-CoV-2 ιό, το ανοσοποιητικό σύστημα χρησιμοποιεί ένα πολύπλοκο σύστημα κυττάρων και πρωτεϊνών. Με την είσοδο ενός μικροβίου στον οργανισμό, ειδικά κύτταρα εκπαιδευμένα στην αναγνώριση των “εισβολέων” αρχίζουν μια αλυσίδα από αντιδράσεις με σκοπό την αναγνώριση και αντιμετώπιση τους. Αυτή η αντιμετώπιση γίνεται βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα με διαφορετικούς τρόπους. Η πρώτη αντίδραση είναι ένα περιοριστικό μέτρο ουσιαστικά, ένας τρόπος να εμποδίσει ο οργανισμός την πρόοδο της λοίμωξης, ενώ κερδίζει χρόνο για την μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση, που δεν είναι τίποτα άλλο από την δημιουργία ειδικών αντισωμάτων για τον ιό. Τα αντισώματα είναι πρωτεΐνες που φτιάχνουν τα κύτταρα και είναι σχεδιασμένες για τον ιό, όπως ένα κλειδί αντιστοιχεί σε μια συγκεκριμένη κλειδαριά. Αυτά τα αντισώματα παράγονται μερικές μέρες μετά την έναρξη της νόσου, και συγκεκριμένα πρώτα παράγονται τα λεγόμενα IgM αντισώματα και στην συνέχεια τα IgG, τα οποία είναι ακόμα πιο ειδικά. Στην ανίχνευση αυτών των μοναδικών για τον ιό αντισωμάτων βασίζονται οι μοριακές δοκιμασίες.

Ένα σημαντικό πλεονέκτημα που παρουσιάζουν έναντι όλων των άλλων διαγνωστικών εργαλείων είναι ότι τα αντισώματα παράγονται και κυκλοφορούν στο αίμα για αρκετό καιρό μετά την λοίμωξη, με αποτέλεσμα να είναι οι τέλειοι στόχοι για ένα τεστ που θα επιβεβαιώνει ότι κάποιος έχει περάσει την COVID-19, ακόμα και αν εμφάνισε ήπια ή και καθόλου συμπτώματα. Ακόμα οι ορολογικές εξετάσεις -όπως λέγονται- βρίσκονται υπό ανάπτυξη και σίγουρα δεν υπάρχει αρκετό βιβλιογραφικό υλικό για την συγκεκριμένη νόσο. Παρόλα αυτά, τεράστιες προσπάθειες καταβάλλονται καθημερινά, βασισμένες σε παραπλήσια τεστ που υπάρχουν ήδη για τα αντισώματα άλλων λοιμώξεων, όπως της Influenza.

Εφόσον αναπτυχθεί ένα τεστ αντισωμάτων με μεγάλη ακρίβεια, και μόνο τότε, θα είναι ασφαλές να το χρησιμοποιήσει το σύστημα υγείας αλλά και το κοινωνικό σύνολο. Λόγω της ευκολίας στην χρήση τους αλλά και του σχετικά φθηνού κόστους τους, αποτελούν την καταλληλότερη εξέταση για τον πληθυσμό. Συγκεκριμένα, αυτά τα «testing kit», που δρουν παρόμοια με τα εμπορικά τεστ εγκυμοσύνης ή τα μηχανήματα που ελέγχουν το σάχαρο στο αίμα, θα μπορούν να επιβεβαιώνουν εάν κάποιος έχει ήδη περάσει την νόσο, και συνεπώς μπορεί να επιστρέψει στην καθημερινότητα του. Φυσικά, αυτό προϋποθέτει μεγάλη διαγνωστική ακρίβεια, γιατί αλλιώς θα είναι ιδιαιτέρως ζημιογόνο να νομίζει κάποιος ότι έχει νοσήσει και συνεπώς είναι προστατευμένος, ενώ δεν είναι. 

Λόγω της ανάγκης αυτής για εξακρίβωση της ευαισθησίας και της ειδικότητας, τα ήδη υπάρχοντα τεστ δεν έχουν υιοθετηθεί πλήρως από τα κράτη. Πολλές εταιρίες, ειδικά προς τα τέλη του Μαρτίου, κυκλοφόρησαν διαγνωστικά πακέτα βασισμένα σε αυτή την τεχνοτροπία, και μάλιστα κάποια έχουν λάβει έγκριση για χρήση εκτάκτου ανάγκης από τον FDA στην Αμερική. Στην Ελλάδα ανακοινώθηκε στις 30 Μαρτίου ένα testing kit, αλλά παραμένει ακόμα να φανεί κατά πόσο θα χρησιμοποιηθεί. Οργανισμοί όπως το Gates Foundation συνεργάζονται με κυβερνητικά σώματα για την εξέλιξη αυτών των εργαλείων.

Μετά από αυτή την εισαγωγή θα αναλύσουμε διάφορες πτυχές του θέματος, όπως για παράδειγμα τι σημαίνει πραγματικά για την καθημερινότητα κάποιου να βγαίνει θετικός ή αρνητικός, ενώ θα ακολουθήσει ένα άρθρο χωρισμένο σε 3 μέρη από έναν διδακτορικό ερευνητή, μεταφρασμένο από εμάς, που αναφέρεται στα τεστ αντισωμάτων και αναλύει ό,τι μπορεί να χρειαστεί κανείς.

Το κύριο διαγνωστικό εργαλείο: η RT-PCR

Όταν έρχεται λοιπόν η ώρα που ένας αθσενής κρίνεται ύποπτος για να έχει την Covid-19, πρέπει να γίνει μια εξέταση για να εξακριβωθεί. Εξηγήσαμε στο προηγούμενο άρθρο ότι λαμβάνει ένας γιατρός δείγμα από τον φάρρυγα του ασθενούς με ένα βαμβακοφόρο στυλεό (μπατονέτα), και το στέλνει στο εργαστήριο. Όταν φτάσει εκεί όμως, τι ακριβώς γίνεται; η RT-PCR.

Η λεγόμενη “αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης” (polymerase chain reaction), ή PCR για ευκολία, είναι η βασική εξέταση για την ανίχνευση της λοίμωξης από τον ιό SARS-CoV-2. Γίνεται στο εργαστήριο και στην ουσία είναι μια διαδικασία που ανιχνεύει το βασικό και χαρακτηριστικό συστατικό του ιού, το RNA. Το RNA είναι ο γενετικός κώδικας το ιου, ακριβώς όπως το DNA είναι του ανθρώπου, και για αυτό η ανεύρεση του σε δείγμα από ασθενείς επιβεβαιώνει με ακρίβεια την παρουσία του ιού. Πιο συγκεκριμένα, επειδή ο ιός αυτός έχει RNA, πρέπει να γίνει RT-PCR, δηλαδή μια συγκεκριμένη PCR που μετατρέπει πρώτα το RNA σε DNA. 

Ιστορικά αναφέρουμε ότι έγιναν μεγάλες προσπάθειες στην αρχή της πανδημίας για να χαρτογραφηθεί όλο το γενετικό υλικό του ιου, κατόρθωμα που μας επιτρέπει τώρα να τον ανιχνεύουμε με την RT-PCR στοχευμένα και με ακρίβεια. Το αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας είναι τα λεγόμενα «αντιδραστήρια» που ακούμε συχνά, που δεν είναι τίποτα άλλο από έτοιμα υλικά που χρειάζεται η εξέταση για να γίνει, όπως το μόριο που ανιχνεύει το γενετικό υλικό του ιού.

Τα αποτελέσματα βγαίνουν σύντομα, από μερικές ώρες εώς και δύο μέρες μετά. Είναι γνωστό, αλλά σπάνιο, ότι μπορεί να βγουν και ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα, δηλαδή να βγει το τεστ αρνητικό ενώ ο ασθενής νοσεί. Για αυτό το τεστ μπορεί να επαναληφθεί, ίσως με δείγματα από διαφορετική ανατομική τοποθεσία, εάν κριθεί αναγκαίο από τους θεράποντες ιατρούς. Η πιθανότητες ένα δείγμα να βγει ψευδώς αρνητικό αυξάνονται με την υπερφόρτωση του συστήματος υγείας, και αυτό οφείλεται και σε τεχνικά προβλήματα αλλά και σε πιθανό ανθρώπινο λάθος. 

Συνεπώς, το τεστ αυτό είναι το βασικό διαγνωστικό εργαλείο που έχουμε για την ανίχνευση του ιού. Είναι το καταλληλότερο για την αναγνώριση των ασθενών που έχουν τον ιό μέσα τους, και μπορεί να ανιχνεύσει και τον ιο σε άτομα που ακόμα δεν έχουν εμφανίσει συμπτώματα. Δεν μπορεί όμως να διαπιστωθεί με την PCR αν κάποιος είχε περάσει την λοίμωξη αλλά τώρα είναι υγιής. Τον ρόλο αυτό αναλαμβάνουν να πληρώσουν τα τεστ Αντισωμάτων, που θα αναλυθούν στο επόμενο άρθρο για την διάγνωση.

Μια πρώτη ματιά στην Διάγνωση του Κορωνοϊού.

H διάγνωση μιας νόσου αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της θεραπευτικής προσέγγισης. Εν μέσω μιας πανδημίας, τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσει ο θεράπων ιατρός και το σύστημα υγείας ως σύνολο είναι πολλά και μεγάλα. Σε αυτές τις συνθήκες αναδεικνύεται η σημασία μιας οργανωμένης διαγνωστικής διαδικασίας, η οποία θα βοηθήσει τους γιατρούς να αποφασίσουν πως θα βοηθήσουν τους ασθενείς, ενώ θα δώσει ζωτικές πληροφορίες στους επιδημιολόγους που μελετούν την διασπορά, την έκταση και γενικά όλες τις πτυχές της νόσου COVID-19. 

Σε αυτό το εισαγωγικό άρθρο θα εξετάσουμε ποιοι είναι υποψήφιοι για διάγνωστικές εξετάσεις και πως γίνεται η λήψη δείγματος για τα τεστ. Στα επόμενα άρθρα θα αναλύσουμε της διαγνωστικές εξετάσεις, κυρίως δηλαδή την RT-PCR και τα τεστ Αντισωμάτων, καθώς και τι σημαίνει ένα θετικό ή αρνητικό τεστ για τον καθένα.

Ποιοι είναι υποψήφιοι για Διάγνωση;

Η υποψία για την διάγνωση της COVID-19 γίνεται κυρίως με βάση τα κλινικά σημεία (βήχας, δύσπνοια κ.α.), την τοπική επιδημιολογία και την ύπαρξη ή μη ιστορικού έκθεσης σε άλλο κρούσμα. Λόγω των αυξημένων περιστατικών που πληρούν τα κριτήρια, πολλές χώρες αναγκάζονται να επιλέξουν ποιους ασθενείς θα εξετάσουν. Οργανισμοί όπως ο WHO (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας), ο CDC (Κέντρο Ελέγχου Λοιμωδών Ασθενειών) και ο ΕΟΔΥ (Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας) δίνουν οδηγίες ο καθένας για την επιλογή αυτή.

Συγκεκριμένα, υποψία τίθεται σε όλους τους ασθενείς με λοίμωξη κατώτερου αναπνευστικού. Η υποψία γίνεται πιο σοβαρή εάν τα συμπτώματα είναι έντονα. Η πιθανότητα να πάσχει ο ασθενής απο COVID-19 και όχι από κάποια άλλη λοίμωξη του αναπνευστικού, ιική ή βακτηριακή, αυξάνει ανάλογα με το αν ο ασθενής διαμένει σε γεωγραφική περιοχή με κρούσματα, αν έχει ταξιδέψει σε περιοχή ή χώρα με κρούσματα, και φυσικά αν είχε επαφή με ύποπτο ή επιβεβαιωμένο κρούσμα τις τελευταίες 14 ημέρες. Για να θεωρηθεί ότι ήρθε σε επαφή πρέπει να βρισκόταν εντός 2 μέτρων από το άτομο χωρίς να φοράει προστατευτικό εξοπλισμό. Η εξακρίβωση του τελευταίου κριτηρίου είναι πρακτικά δύσκολη, καθώς δεν γνωρίζουν όλοι αν ήρθαν σε επαφή με πάσχοντες, ενώ υπάρχει και η πιθανότητα να γίνεται και εξάπλωση της νόσου από ασυμπτωματικούς ασθενείς.

Σύμφωνα με τις οδηγίες του ΕΟΔΥ, άτομα με υποψία για COVID-19 πρέπει να μην αναζητήσουν ιατρική περίθαλψη σε νοσοκομείο ή ιατρείο, αλλα να επικοινωνήσουν με τον γιατρό τους ή τον ΕΟΔΥ τηλεφωνικώς.  Άτομα που δουλεύουν στο σύστημα υγείας ακολουθούν διαφορετικά κριτήρια. Σε γενικές γραμμές, υπάρχει μια σειρά προτεραιότητας για την διαγνωστική διαδικασία. Αυτό γίνεται επειδή κάποια περιστατικά έχουν ανάγκη την διάγνωση, όπως οι βαριά νοσούντες, για να καθοριστεί ένα θεραπευτικό πλάνο, καθώς και άτομα που δουλεύουν στα νοσοκομεία, που μπορούν να μεταφέρουν τον ιό. Άλλα περιστατικά είναι σημαντικό να εξεταστούν για την παρακολούθηση της νόσου και για τον έλεγχο της μετάδοσης, αλλά πιθανόν να μην αλλάζει την θεραπεία τους ή το πως θα βιώσουν την νόσο. 

Στην Ελλάδα συγκεκριμένα ο ΕΟΔΥ αναφέρει ότι σε εργαστηριακό έλεγχο θα πρέπει να οδηγηθούν οι εξής ομάδες: 

  1. Ασθενείς με Σοβαρή Οξεία Λοίμωξη του Αναπνευστικού (Severe Acute Respiratory Illness) που χρειάζονται νοσηλεία ή που νοσηλεύονται.
  2. Νοσηλευόμενοι ή φιλοξενούμενοι σε μονάδες ηλικιωμένων ή χρονίως πασχόντων που εκδηλώνουν οξεία λοίμωξη του αναπνευστικού με πυρετό και βήχα ή δύσπνοια.
  3. Προσωπικό υπηρεσιών υγείας που εκδηλώνουν οξεία λοίμωξη του αναπνευστικού με πυρετό.
  4. Ηλικιωμένοι (> 70 έτη) ή άτομα με σοβαρή χρόνια υποκείμενη νόσο (π.χ. χρόνια πνευμονοπάθεια, χρόνια καρδιαγγειακό νόσημα, σακχαρώδης διαβήτης, σοβαρή ανοσοκαταστολή) που εκδηλώνουν οξεία λοίμωξη του αναπνευστικού με πυρετό και βήχα ή δύσπνοια [48].

 Δειγματοληψία

Για την λήψη δείγματος για την PCR, το κύριο τεστ για την COVID-19, ένας ιατρός χρησιμοποιεί βαμβακοφόρο στυλεό, δηλαδή ένα εργαλείο σαν την καθημερινή μπατονέτα, τον οποίο ακουμπά και κινεί ελαφρά με πίεση στον φάρυγγα του ασθενούς με σκοπό να μείνει το δείγμα πάνω του. Έτσι λαμβάνεται το δείγμα του ανώτερου αναπνευστικού. Σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί να γίνει λήψη δείγματος από το κατώτερο αναπνευστικό, που γίνεται είτε με τη συλλογή πτυέλων με βήχα, είτε με βρογχοσκόπηση. Στην συνέχεια, τα δείγματα αυτά αποστέλλονται στο εργαστήριο, όπου και γίνεται η ανάλυση για την ανίχνευση του ιού. 

Την σημασία της RT-PCR και των αποτελεσμάτων της θα συζητήσουμε στο επόμενο άρθρο.

Εισαγωγή: Τι είναι ο Κορωνοϊός;

Κορωνοϊός. Η λέξη που έχει επηρεάσει την κοινωνία μας το 2020 περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη. Τί είναι όμως ο Κορωνοϊός;

Είναι ένας ιός προφανώς. Επίσημα, ονομάζεται SARS-CoV-2 και προκαλεί τη νόσο COVID-19. Αποτελεί έναν ιό του ομώνυμου είδους, μια κατηγορία ιών που έχουν ανακαλυφθεί εδώ και πολλές δεκαετίες. Οι ιοί αυτοί είναι πολύ συχνοί, αλλά ο συγκεκριμένος εξελίθχηκε σε πανδημία, δηλαδή μια μολυσματική νόσο που εξαπλώνεται σε παγκόσμια κλίμακα.

Ξεκίνησε από την περιοχή της Wuhan στην Κίνα στα τέλη του 2019. Για αυτό και ονομάστηκε έτσι η νόσος, δηλαδή Co-rona V-irus D-isease ’19. Την ονομασία του ο ίδιος ο ιός την οφείλει στην κλινική εικόνα που προκαλεί, δηλαδή στο Σοβαρό Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο (Severe Acute Respiratory Syndrome), με το CoV μέρος του ονόματός του, φυσικά, να αναφέρεται στον κορωνοϊό. Ενδιαφέρον έχει ο αριθμός 2 στο όνομα του, ο οποίος του δόθηκε επειδή ο ιός μοιάζει σε μεγάλο βαθμό σε γενετικό επίπεδο με τον ιό SARS-CoV, έναν άλλο κορωνοϊό που προκάλεσε μια μικρότερη επιδημία το 2002-3.

Έχοντας θέσει τη βάση με την ονοματολογία, θα αναλύσουμε πολλές ακόμα πτυχές του ιού και της νόσου στα ερχόμενα άρθρα.

Η ιστορία μας

Από τις αρχές του Μαρτίου 2020 οι φοιτητές Ιατρικής έπρεπε να σταματήσουμε την κλινική μας άσκηση. Τα πρώτα κρούσματα του Κορονωϊού είχαν σημειωθεί στην Ελλάδα. Τα νοσοκομεία άρχισαν τις προετοιμασίες για την ερχόμενη πανδημία και εμείς, όπως όλοι, μείναμε σπίτι.

Συζητήσεις είχαν αρχίσει διαδικτυακά για τη συμμετοχή μας στα δρώμενα. Γινόταν λόγος για εθελοντική εργασία, υπήρχαν πολλοί που ήθελαν να βοηθήσουν. Πάνω στη συζήτηση, κάποιος πρότεινε να μαζέψουμε τη βιβλιογραφία και να την οργανώσουμε. Η ιδέα εξελίχθηκε στο σημερινό εγχείρημα: μια προσπάθεια απλοποίησης της όλο και αυξανόμενης πληροφορίας για τον κορωνοϊό.

Όσο επεξεργαζόμασταν αυτήν την ιδέα, ο κόσμος άλλαζε. Η τηλεόραση και το ίντερνετ είχαν γεμίσει με νέα για αυτόν τον καινούριο ιό. Ποιοι είναι σε κίνδυνο; Ποιους μολύνει ο ιός; Γιατί έκλεισαν τα σχολεία; Όλα αυτά και πολλά άλλα ήταν μόνο η αρχή. Ακόμα και σήμερα, δύο μήνες μετά, είναι δύσκολο να περιηγηθεί κανείς στο ίντερνετ ή να ανοίξει την τηλεόραση και να μην ακούσει κάποιο νέο. Καινούργια κρούσματα, πιθανές θεραπείες, συνεντεύξεις και μαρτυρίες. Η πληροφόρηση δε σταματάει ποτέ.

Εδώ έρχεται το covidgr. Ως τελειόφοιτοι φοιτητές ιατρικής αξιοποιήσαμε την εξοικείωσή μας με την ιατρική πληροφορία και συνθέσαμε ένα περιεκτικό κείμενο, ένα εγχειρίδιο για τη νόσο Covid-19. Από τα συμπτώματα και τη θεραπεία έως και απαντήσεις σε πολλά φλέγοντα θέματα, προσπαθήσαμε να συνοψίσουμε την επιστημονική γνώση και να την εκλαϊκεύσουμε, καθιστώντας την προσβάσιμη σε περισσότερους.

Ελπίζουμε να βρείτε το έργο μας βοηθητικό σε αυτήν τη δύσκολη εποχή.